Πόλη της Εύβοιας, γνωστή στον Όμηρο ως Ειρέτρια. Ονομαζόταν και Αρότρια ή Μελανηίς και βρισκόταν στους πρόποδες του Ολύμπου της Εύβοιας, ανατολικά της Χαλκίδας, κάπου 20 χιλιόμετρα από αυτήν, σε σημείο όπου η θάλασσα του πορθμού του Ευρίπου εισχωρούσε βαθιά στην ξηρά σχηματίζοντας λιμανάκι. Η Ερέτρια ιδρύθηκε από τους Άβαντες, που ενισχύθηκαν από τους Ίωνες εποίκους της Αττικής. Έγινε πόλη θαλάσσια και εμπορική και ίδρυσε πολλές αποικίες στη Χαλκιδική, στη Σικελία και στη Μεγάλη Ελλάδα. Αντίπαλός της υπήρξε η Χαλκίς και πολέμησε μαζί της πολλά χρόνια για την κατάκτηση του Ληλαντίου πεδίου, δηλαδή της πεδιάδας που πότιζε ο Λήλας ποταμός (σήμερα Βασιλικός, που διαρρέει την πεδιάδα Αμπέλια). Στον πόλεμο αυτό, που ονομάστηκε Ληλάντιος, έλαβαν μέρος πολλές ελληνικές πόλεις, αλλά η Ερέτρια τελικά ηττήθηκε. Μαζί με την Αθήνα, η Ερέτρια ήταν η μόνη πόλης που έστειλε βοήθεια στους Ίωνες της Μικράς Ασίας, όταν επαναστάτησαν. Γι' αυτό και ο Δαρείος, όταν έστειλε στρατό εναντίον της Ελλάδας, υπό τον Δάτι και τον Αρταφέρνη, έδωσε διαταγή να κυριευθεί, πράγμα που έγινε με προδοσία, και τότε η Ερέτρια πυρπολήθηκε (490 π.Χ.) και οι κάτοικοί της μεταφέρθηκαν ως δούλοι στα Σούσα, μπροστά στον Δαρείο. Ο Πέρσης βασιλιάς τους εγκατέστησε στο χωριό Αρδέρικκα, όπου έζησαν ώς την εποχή του Ηρόδοτου, διατηρώντας τη γλώσσα τους. Αργότερα, με τη βοήθεια και των Αθηναίων, η Ερέτρια ανοικοδομήθηκε και πήρε μέρος με τους οπλίτες της και τα πλοία της στις ναυμαχίες του Αρτεμισίου και της Σαλαμίνας καθώς και στη μάχη των Πλαταιών. Στις μεγάλες στάσεις της Εύβοιας εναντίον των Αθηναίων έλαβε μέρος και η Ερέτρια και γι' αυτό ο Περικλής, μετά την καταστολή τους, την τιμώρησε, κάνοντάς την αθηναϊκή κληρουχία. Το 411, οι Σπαρτιάτες κατόρθωσαν να υποκινήσουν την Εύβοια σε επανάσταση εναντίον των Αθηναίων. Η Ερέτρια κατέστρεψε τότε αθηναϊκά πλοία που είχαν καταφύγει στο λιμάνι της μετά την άτυχη ναυμαχία εναντίον των Λακεδαιμονίων και συνέβαλε έτσι πολύ στην απελευθέρωση του νησιού από την αθηναϊκή κυριαρχία. Αργότερα όμως συμμάχησε πάλι με τους Αθηναίους, παίρνοντας μέρος στο συμμαχικό πόλεμο (358-355 π.Χ.). Την κυρίευσε ο Φίλιππος Β' της Μακεδονίας, που, το 350 π.Χ. διόρισε τύραννό της τον μακεδονίζοντα Πλείσταρχο αντί για τον Πλούταρχο, που οι Αθηναίοι είχαν προσπαθήσει να βοηθήσουν χωρίς επιτυχία. Αργότερα, με τη βοήθεια των Αθηναίων, κατόρθωσε ν' αποτινάξει το μακεδονικό ζυγό, αλλά μετά τη μάχη της Χαιρωνείας (338), υποτάχθηκε και πάλι στους Μακεδόνες. Το 197 π.Χ. μετά την ήττα του Φιλίππου Β' στις Κυνός Κεφαλές, κυριεύθηκε από τους Ρωμαίους, που άρπαξαν πολλά έργα τέχνης από την πόλη. Στην αυτοκρατορική εποχή, η Ερέτρια έγινε η δεύτερη πόλη της Εύβοιας. Η πόλη είχε λιμάνι που προστατευόταν από το δυτικό μέρος με τεχνητό ανάχωμα και από το ανατολικό μ' ένα μικρό μώλο και ένα νησάκι (σήμερα Πεζονήσι). Η ακρόπολή της, χτισμένη σε ύψος 130 μ., σε μια παραφυάδα του Ολύμπου, χωριζόταν από αυτόν με μικρή κοιλάδα. Και στους δύο αυτούς τόπους βρέθηκαν ερείπια (ίχνη από τείχη, θεμέλια οικοδομημάτων, το θέατρο, το γυμνάσιο και ένας ναός, πιθανότατα του Διονύσου). Στη σημερινή πόλη της Ερέτριας ανακαλύφθηκε ο περίφημος ναός του Δαφνηφόρου Απόλλωνος. Μερικά από τα ευρήματα, που ήταν αποτέλεσμα ανασκαφών του 1891-95, βρίσκονται στο Μουσείο της Χαλκίδας άλλα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών. Σύμφωνα με τις επιγραφές, υπήρχαν στην Ερέτρια ιερά της Θεσμοφόρου Δήμητρος, του Διονύσου και της Αμαρυσίας Αρτέμιδος (ή Αμαρυνθίας Αρτέμιδος). Η εορτή προς τιμήν της τελευταίας θεάς γινόταν στην πόλη Αμάρυνθο, σε απόσταση 7 χιλιομέτρων από την Ερέτρια, και ήταν λαμπρότατη. Όταν η πόλη ήκμαζε, την πομπή ακολουθούσαν 3.000 οπλίτες, 600 ιππείς και 60 άρματα. Την πληροφορία αυτή έχουμε από στήλη που βρισκόταν στο ιερό της Αρτέμιδος και που την αναφέρει ο Στράβων. Η έκδοση νομισμάτων στην Ερέτρια άρχισε από το 600 π.Χ. Είχαν κεφαλή ταύρου ή βοδιού ή γοργόνας (Μεδούσης) ή ένα μοσχάρι, που στη ράχη του καθόταν ένα χελιδόνι, ή μια κεφαλή νύμφης ή μια άμπελο ή σταφύλι ή προτομή της Αρτέμιδος με τόξο και φαρέτρα. Σ' ένα σημείο της επιφάνειας υπήρχε το γράμμα Ε και αργότερα ολόκληρο το όνομα Ερετριέων καθώς και τ' όνομα του άρχοντα της πόλης.
Ερέτρια (Εύβοια)
Πόλη της Εύβοιας, γνωστή στον Όμηρο ως Ειρέτρια. Ονομαζόταν και Αρότρια ή Μελανηίς και βρισκόταν στους πρόποδες του Ολύμπου της Εύβοιας, ανατολικά της Χαλκίδας, κάπου 20 χιλιόμετρα από αυτήν, σε σημείο όπου η θάλασσα του πορθμού του Ευρίπου εισχωρούσε βαθιά στην ξηρά σχηματίζοντας λιμανάκι. Η Ερέτρια ιδρύθηκε από τους Άβαντες, που ενισχύθηκαν από τους Ίωνες εποίκους της Αττικής. Έγινε πόλη θαλάσσια και εμπορική και ίδρυσε πολλές αποικίες στη Χαλκιδική, στη Σικελία και στη Μεγάλη Ελλάδα. Αντίπαλός της υπήρξε η Χαλκίς και πολέμησε μαζί της πολλά χρόνια για την κατάκτηση του Ληλαντίου πεδίου, δηλαδή της πεδιάδας που πότιζε ο Λήλας ποταμός (σήμερα Βασιλικός, που διαρρέει την πεδιάδα Αμπέλια). Στον πόλεμο αυτό, που ονομάστηκε Ληλάντιος, έλαβαν μέρος πολλές ελληνικές πόλεις, αλλά η Ερέτρια τελικά ηττήθηκε. Μαζί με την Αθήνα, η Ερέτρια ήταν η μόνη πόλης που έστειλε βοήθεια στους Ίωνες της Μικράς Ασίας, όταν επαναστάτησαν. Γι' αυτό και ο Δαρείος, όταν έστειλε στρατό εναντίον της Ελλάδας, υπό τον Δάτι και τον Αρταφέρνη, έδωσε διαταγή να κυριευθεί, πράγμα που έγινε με προδοσία, και τότε η Ερέτρια πυρπολήθηκε (490 π.Χ.) και οι κάτοικοί της μεταφέρθηκαν ως δούλοι στα Σούσα, μπροστά στον Δαρείο. Ο Πέρσης βασιλιάς τους εγκατέστησε στο χωριό Αρδέρικκα, όπου έζησαν ώς την εποχή του Ηρόδοτου, διατηρώντας τη γλώσσα τους. Αργότερα, με τη βοήθεια και των Αθηναίων, η Ερέτρια ανοικοδομήθηκε και πήρε μέρος με τους οπλίτες της και τα πλοία της στις ναυμαχίες του Αρτεμισίου και της Σαλαμίνας καθώς και στη μάχη των Πλαταιών. Στις μεγάλες στάσεις της Εύβοιας εναντίον των Αθηναίων έλαβε μέρος και η Ερέτρια και γι' αυτό ο Περικλής, μετά την καταστολή τους, την τιμώρησε, κάνοντάς την αθηναϊκή κληρουχία. Το 411, οι Σπαρτιάτες κατόρθωσαν να υποκινήσουν την Εύβοια σε επανάσταση εναντίον των Αθηναίων. Η Ερέτρια κατέστρεψε τότε αθηναϊκά πλοία που είχαν καταφύγει στο λιμάνι της μετά την άτυχη ναυμαχία εναντίον των Λακεδαιμονίων και συνέβαλε έτσι πολύ στην απελευθέρωση του νησιού από την αθηναϊκή κυριαρχία. Αργότερα όμως συμμάχησε πάλι με τους Αθηναίους, παίρνοντας μέρος στο συμμαχικό πόλεμο (358-355 π.Χ.). Την κυρίευσε ο Φίλιππος Β' της Μακεδονίας, που, το 350 π.Χ. διόρισε τύραννό της τον μακεδονίζοντα Πλείσταρχο αντί για τον Πλούταρχο, που οι Αθηναίοι είχαν προσπαθήσει να βοηθήσουν χωρίς επιτυχία. Αργότερα, με τη βοήθεια των Αθηναίων, κατόρθωσε ν' αποτινάξει το μακεδονικό ζυγό, αλλά μετά τη μάχη της Χαιρωνείας (338), υποτάχθηκε και πάλι στους Μακεδόνες. Το 197 π.Χ. μετά την ήττα του Φιλίππου Β' στις Κυνός Κεφαλές, κυριεύθηκε από τους Ρωμαίους, που άρπαξαν πολλά έργα τέχνης από την πόλη. Στην αυτοκρατορική εποχή, η Ερέτρια έγινε η δεύτερη πόλη της Εύβοιας. Η πόλη είχε λιμάνι που προστατευόταν από το δυτικό μέρος με τεχνητό ανάχωμα και από το ανατολικό μ' ένα μικρό μώλο και ένα νησάκι (σήμερα Πεζονήσι). Η ακρόπολή της, χτισμένη σε ύψος 130 μ., σε μια παραφυάδα του Ολύμπου, χωριζόταν από αυτόν με μικρή κοιλάδα. Και στους δύο αυτούς τόπους βρέθηκαν ερείπια (ίχνη από τείχη, θεμέλια οικοδομημάτων, το θέατρο, το γυμνάσιο και ένας ναός, πιθανότατα του Διονύσου). Στη σημερινή πόλη της Ερέτριας ανακαλύφθηκε ο περίφημος ναός του Δαφνηφόρου Απόλλωνος. Μερικά από τα ευρήματα, που ήταν αποτέλεσμα ανασκαφών του 1891-95, βρίσκονται στο Μουσείο της Χαλκίδας άλλα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών. Σύμφωνα με τις επιγραφές, υπήρχαν στην Ερέτρια ιερά της Θεσμοφόρου Δήμητρος, του Διονύσου και της Αμαρυσίας Αρτέμιδος (ή Αμαρυνθίας Αρτέμιδος). Η εορτή προς τιμήν της τελευταίας θεάς γινόταν στην πόλη Αμάρυνθο, σε απόσταση 7 χιλιομέτρων από την Ερέτρια, και ήταν λαμπρότατη. Όταν η πόλη ήκμαζε, την πομπή ακολουθούσαν 3.000 οπλίτες, 600 ιππείς και 60 άρματα. Την πληροφορία αυτή έχουμε από στήλη που βρισκόταν στο ιερό της Αρτέμιδος και που την αναφέρει ο Στράβων. Η έκδοση νομισμάτων στην Ερέτρια άρχισε από το 600 π.Χ. Είχαν κεφαλή ταύρου ή βοδιού ή γοργόνας (Μεδούσης) ή ένα μοσχάρι, που στη ράχη του καθόταν ένα χελιδόνι, ή μια κεφαλή νύμφης ή μια άμπελο ή σταφύλι ή προτομή της Αρτέμιδος με τόξο και φαρέτρα. Σ' ένα σημείο της επιφάνειας υπήρχε το γράμμα Ε και αργότερα ολόκληρο το όνομα Ερετριέων καθώς και τ' όνομα του άρχοντα της πόλης.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου