Πόλη που βρισκόταν στην ανατολική ακτή της Αργολίδας, προς τον Σαρωνικό κόλπο. Πρώτος άρχοντάς της, μετά την κάθοδο των Δωριέων, ήταν ο Πιτυρέας, απόγονος του Ίωνα, και δεύτερος ο Αργείος Διηφόντης, που τον διαδέχθηκε ο Επίδαυρος, από τον οποίο και ονομάσθηκε. Οι Επιδαύριοι αναφέρονται από τον Όμηρο ως μετασχόντες στον Τρωικό Πόλεμο και τον 7ο αιώνα π.Χ. αναφέρεται τύραννος της Επιδαύρου ο Προκλής. Αργότερα, η πόλη υποτάχθηκε στον τύραννο της Κορίνθου Περίανδρο και μετά την πτώση των Κυψελιδών, το 581 π.Χ., έγινε πάλι αυτόνομη, έχασε όμως την Αίγινα και τη θαλάσσια δύναμή της. Αργότερα, έγινε πιστή σύμμαχος της Σπάρτης.
2. Θόλος ή θυμέλη. Το οικοδόμημα αυτό αποτελείται από έξι κυκλικά συγκεντρικά κτίσματα από πορώδη λίθο, που τα τρία πρώτα τους ήταν κρηπιδώματα και τα υπόλοιπα ένα λαβυρινθώδες υπόγειο κατασκεύασμα. Η θόλος, εκτός από τη θαυμάσια γλυπτή διακόσμηση που είχε εσωτερικά και εξωτερικά, στολιζόταν και με τοιχογραφίες, όπως μία που αναφέρει ο Παυσανίας, του ζωγράφου Παυσία, που έδειχνε τον Έρωτα να εγκαταλείπει το τόξο του και να κρατάει αντί γι' αυτό λύρα, και τη Μέθη να πίνει από γυάλινη φιάλη. Αρχιτέκτονας της θόλου ήταν ο Πολύκλειτος ο νεότερος. Πολλές υποθέσεις διατυπώθηκαν για το σκοπό που εξυπηρετούσε η θόλος – λ.χ. πως ήταν τόπος εστιάσεων που σχετίζονταν με θυσίες, ή ότι χρησίμευε για μουσικούς και ωδικούς αγώνες κ.λπ.
3. Θέατρο. Ταυτόχρονα περίπου με τη θόλο, δηλαδή κατά τα μέσα του 4ου αιώνα π.Χ., άρχισε από τον ίδιο αρχιτέκτονα, Πολύκλειτο τον νεότερο, η οικοδόμηση του θεάτρου, που, όπως λέει ο Παυσανίας, ήταν το τελειότερο σε ομορφιά και αρμονία από όλα τα θέατρα του αρχαίου κόσμου. Είναι άλλωστε και εκείνο που διατηρήθηκε ώς σήμερα στη σχετικά καλύτερη κατάσταση από όλα τα ερείπια του Ιερού. Το θέατρο αυτό βρίσκεται έξω από το τέμενος του Ασκληπιού, στη δυτική πλαγιά του Κυνορτίου όρους, μέσα σε μεγάλη χαράδρα. Τα εδώλια τοποθετήθηκαν αμέσως επάνω στο βράχο, εκτός από μερικά σημεία όπου τοποθετήθηκαν συμπληρωματικά πέτρες. Είναι στραμμένο προς βορρά, με μικρή απόκλιση προς δυσμάς, με αποτέλεσμα οι θεατές να έχουν μπροστά τους το ιερό άλσος με τα μεγαλοπρεπή μνημεία του. Το 1829, ο Μπλουέ έκανε μια μικρή ανασκαφή για να μελετήσει το κοίλο του θεάτρου, αλλά το οικοδόμημα αποκαλύφθηκε εντελώς από τις ανασκαφές του Π. Καββαδία, το 1881 και 1882. Έχει περισωθεί σημαντικό μέρος της σκηνής, η ορχήστρα διατηρείται σε άριστη κατάσταση και το κοίλο είναι τόσο καλά διατηρημένο, ώστε μπορεί σήμερα να περιλάβει 12.000 θεατές. Είναι οικοδομημένο από άσπρο τιτανόλιθο, εκτός από τα οικοδομήματα της σκηνής και των αναλημμάτων του κοίλου, που είναι φτιαγμένα από πορώδη λίθο. Το κοίλο είναι μεγαλύτερο από ημικύκλιο και στα άκρα αποκλίνει λιγάκι από το κυκλικό σχήμα. Αποτελείται από 55 σειρές εδωλίων που χωρίζονται σε δύο ζώνες με ένα μεγαλόπρεπο διάζωμα, που η κάτω ζώνη του αποτελείται από 34 σειρές εδωλίων, ενώ η επάνω έχει 21. Το κοίλο διαιρείται σε κερκίδες με σφηνοειδείς κλίμακες –η κάτω ζώνη σε 12 κερκίδες ή επάνω σε 22. Γύρω από το κοίλο υπάρχει, στο επάνω μέρος, τοίχος από πορώδη λίθο, που απέχει 2,10 μέτρα από την ανώτατη σειρά των εδωλίων. Το κοίλο χωρίζεται από την ορχήστρα με πλακόστρωτο δρόμο που διατηρείται καλά και έχει πλάτος 2,70 μέτρα. Η ορχήστρα του θεάτρου έχει σχήμα πλήρους κύκλου, με εξωτερική ακτίνα 20,30 μέτρα. Πέρα από την ορχήστρα εκτείνεται η σκηνή, οικοδόμημα μήκους 26,15 μ. και πλάτους 6 μ. Μπροστά της υπήρχε το προσκήνιο, που σώζεται η βάση του από άσπρο τιτανόλιθο, μήκους 22,60 μ., που κάμπτεται από τις δυο μεριές και σχηματίζει ορθογώνιο κατασκεύασμα 2,55 x 1 μ. σε κάθε μία από τις πλευρές, τα λεγόμενα παρασκήνια, που ήταν διώροφα όπως και η σκηνή. Με την αποκάλυψη του θεάτρου της Επιδαύρου μελετήθηκαν πολλά προβλήματα του ελληνικού θεάτρου. Η ηχητική του θεάτρου αυτού είναι τόσο καλή, ώστε, όταν είναι άδειο, ακούει κανείς από την ορχήστρα την πτώση ενός νομίσματος στην ανώτατη σειρά των εδωλίων.
Λόγω της κατάλληλης γεωγραφικής της θέσης και του εξαιρετικού λιμανιού της, η Επίδαυρος έγινε αξιόλογη εμπορική πόλη και ίδρυσε πολλές αποικίες, αλλά η μεγάλη της φήμη σε όλο τον αρχαίο κόσμο οφειλόταν στο ιερό του θεού της Ιατρικής Ασκληπιού, που τον θεωρούσαν το περιφημότερο από όλα τα ασκληπιεία. Στον Ασκληπιό ήταν αφιερωμένη όλη η Επιδαύρια χώρα και υπήρχε στην πόλη της Επιδαύρου τέμενος του θεού αυτού και της συζύγου του Ηπιόνης. Το Ασκληπιείο όμως βρισκόταν μακριά από την πόλη, σε απόσταση περίπου δέκα χιλιομέτρων ΝΔ της, σε μια ωραία κοιλάδα που προστατευόταν από υψώματα και βουνά: Το Τίτθιον όρος προς βορράν, όπου κατά την παράδοση γεννήθηκε ο Ασκληπιός, και το Κυνόρτιον στα ανατολικά, όπου, καθώς αναφέρει ο Παυσανίας, υπήρχε ιερό τού πατέρα του Ασκληπιού, του Απόλλωνα Μαλεάτη. Τα ερείπια του Ιερού του Ασκληπιού, κοντά στο σημερινό χωριό Λυγουριό και το χωριό Κορώνι, γνωστά στους περιηγητές από το 1669, καθαρίστηκαν και ανασκάφηκαν από το 1881 από την Αρχαιολογική Εταιρεία Αθηνών, χάρη στον Π. Καββαδία και άλλους αρχαιολόγους.
Το Ιερό της Επιδαύρου φημιζόταν τον 5ο αιώνα π.Χ. για τις θεραπείες των αρρώστων που γίνονταν εκεί– θεραπείες με εγκοιμήσεις, όπως τις έλεγαν, γιατί οι άρρωστοι κατακλίνονταν σε κάποιο χώρο, όπου τους εμφανιζόταν τη νύχτα ο Ασκληπιός και τους γιάτρευε. Κάθε τέσσερα χρόνια γίνονταν και εορτές στο Ιερό της Επιδαύρου. Η επισημότερή τους ήταν τα Ασκληπιεία (μεγάλα Ασκληπιεία, για να διακριθούν από μεταγενέστερη μικρότερη ετήσια εορτή). Στα Ασκληπιεία γίνονταν αγώνες γυμνικοί και αργότερα ιππικοί, μουσικοί και δραματικοί. Τα κυριότερα από τα ερείπια που αποκαλύφθηκαν από τις ώς τώρα ανασκαφές της Επιδαύρου είναι τα ακόλουθα:
1. Ναός του Ασκληπιού. Ήταν εξάστηλος, περίπτερος, δωρικού ρυθμού, με πρόναο μόνο και σηκό, χωρίς οπισθόδομο, διαστάσεων 24,50 x 13,22 μ., με 11 κίονες σε κάθε μακρά πλευρά του. Ήταν χτισμένος από πορώδη λίθο, με λευκό κονίαμα επάνω, και τα κιονόκρανα και ο θριγκός του ήταν διακοσμημένα με διάφορα στολίδια και ποικίλα χρώματα. Το δάπεδό του αποτελείτο από άσπρες πλάκες, τα κεραμίδια του ήταν πήλινα, η στέγη από έλατο και κυπαρίσσι, τα φατνώματα στολίζονταν με χρυσά αστέρια και η θύρα του σηκού ήταν ξύλινη με κοσμήματα από ελεφαντόδοντο, καρφωμένα με χρυσά καρφιά. Ο γλυπτικός διάκοσμος του ναού μεγάλωνε τη λαμπρότητά του. Στα Ακρωτήρια υπήρχαν Νηρηίδες και Νίκες, στα αετώματα Κενταυρομαχία (ανατολικά) και Αμαζονομαχία (δυτικά). Ο ναός αυτός κατασκευάστηκε το 380 π.Χ. περίπου, και η οικοδόμησή του διήρκεσε πέντε χρόνια, με γενικό επόπτη τον Θεόδοτο. Την πόρτα και την οροφή έφτιαξε ο Θρασυμήδης, που είχε κατασκευάσει και το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Ασκληπιού που βρισκόταν μέσα σ' αυτόν το ναό. Τα αγάλματα των αετωμάτων κατασκεύασαν οι τεχνίτες Εκτορίδας, Αγαθίνος και Λυσίας, σύμφωνα με τα υποδείγματα του γλύπτη Τιμόθεου, που έφτιαξε τις Νηρηίδες και τις Νίκες των ακρωτηρίων της άλλης πλευράς του ναού. Προς το βάθος του σηκού ήταν τοποθετημένο το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Ασκληπιού, έργο του Πάριου Θρασυμήδη, μεγέθους μεγαλύτερου από το φυσικό. Ο θεός παρουσιαζόταν καθισμένος σε θρόνο, στηρίζοντας το ένα του χέρι σε βακτηρία και το άλλο επάνω σε κεφάλι δράκοντα. Κοντά του εικονιζόταν και ένας σκύλος. Ο θρόνος, χρυσελεφάντινος κι αυτός, με ανάγλυφες παραστάσεις του Βελλεροφόντη που σκότωνε τη Χίμαιρα και του Περσέα που έκοβε το κεφάλι της Μέδουσας. Από νομίσματα της Επιδαύρου, παίρνει κανείς μια ιδέα του αγάλματος του Ασκληπιού, καθώς και από δύο ανάγλυφα του θεού, που βρέθηκαν στις ανασκαφές του 1884 και βρίσκονται σήμερα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών.
2. Θόλος ή θυμέλη. Το οικοδόμημα αυτό αποτελείται από έξι κυκλικά συγκεντρικά κτίσματα από πορώδη λίθο, που τα τρία πρώτα τους ήταν κρηπιδώματα και τα υπόλοιπα ένα λαβυρινθώδες υπόγειο κατασκεύασμα. Η θόλος, εκτός από τη θαυμάσια γλυπτή διακόσμηση που είχε εσωτερικά και εξωτερικά, στολιζόταν και με τοιχογραφίες, όπως μία που αναφέρει ο Παυσανίας, του ζωγράφου Παυσία, που έδειχνε τον Έρωτα να εγκαταλείπει το τόξο του και να κρατάει αντί γι' αυτό λύρα, και τη Μέθη να πίνει από γυάλινη φιάλη. Αρχιτέκτονας της θόλου ήταν ο Πολύκλειτος ο νεότερος. Πολλές υποθέσεις διατυπώθηκαν για το σκοπό που εξυπηρετούσε η θόλος – λ.χ. πως ήταν τόπος εστιάσεων που σχετίζονταν με θυσίες, ή ότι χρησίμευε για μουσικούς και ωδικούς αγώνες κ.λπ.
3. Θέατρο. Ταυτόχρονα περίπου με τη θόλο, δηλαδή κατά τα μέσα του 4ου αιώνα π.Χ., άρχισε από τον ίδιο αρχιτέκτονα, Πολύκλειτο τον νεότερο, η οικοδόμηση του θεάτρου, που, όπως λέει ο Παυσανίας, ήταν το τελειότερο σε ομορφιά και αρμονία από όλα τα θέατρα του αρχαίου κόσμου. Είναι άλλωστε και εκείνο που διατηρήθηκε ώς σήμερα στη σχετικά καλύτερη κατάσταση από όλα τα ερείπια του Ιερού. Το θέατρο αυτό βρίσκεται έξω από το τέμενος του Ασκληπιού, στη δυτική πλαγιά του Κυνορτίου όρους, μέσα σε μεγάλη χαράδρα. Τα εδώλια τοποθετήθηκαν αμέσως επάνω στο βράχο, εκτός από μερικά σημεία όπου τοποθετήθηκαν συμπληρωματικά πέτρες. Είναι στραμμένο προς βορρά, με μικρή απόκλιση προς δυσμάς, με αποτέλεσμα οι θεατές να έχουν μπροστά τους το ιερό άλσος με τα μεγαλοπρεπή μνημεία του. Το 1829, ο Μπλουέ έκανε μια μικρή ανασκαφή για να μελετήσει το κοίλο του θεάτρου, αλλά το οικοδόμημα αποκαλύφθηκε εντελώς από τις ανασκαφές του Π. Καββαδία, το 1881 και 1882. Έχει περισωθεί σημαντικό μέρος της σκηνής, η ορχήστρα διατηρείται σε άριστη κατάσταση και το κοίλο είναι τόσο καλά διατηρημένο, ώστε μπορεί σήμερα να περιλάβει 12.000 θεατές. Είναι οικοδομημένο από άσπρο τιτανόλιθο, εκτός από τα οικοδομήματα της σκηνής και των αναλημμάτων του κοίλου, που είναι φτιαγμένα από πορώδη λίθο. Το κοίλο είναι μεγαλύτερο από ημικύκλιο και στα άκρα αποκλίνει λιγάκι από το κυκλικό σχήμα. Αποτελείται από 55 σειρές εδωλίων που χωρίζονται σε δύο ζώνες με ένα μεγαλόπρεπο διάζωμα, που η κάτω ζώνη του αποτελείται από 34 σειρές εδωλίων, ενώ η επάνω έχει 21. Το κοίλο διαιρείται σε κερκίδες με σφηνοειδείς κλίμακες –η κάτω ζώνη σε 12 κερκίδες ή επάνω σε 22. Γύρω από το κοίλο υπάρχει, στο επάνω μέρος, τοίχος από πορώδη λίθο, που απέχει 2,10 μέτρα από την ανώτατη σειρά των εδωλίων. Το κοίλο χωρίζεται από την ορχήστρα με πλακόστρωτο δρόμο που διατηρείται καλά και έχει πλάτος 2,70 μέτρα. Η ορχήστρα του θεάτρου έχει σχήμα πλήρους κύκλου, με εξωτερική ακτίνα 20,30 μέτρα. Πέρα από την ορχήστρα εκτείνεται η σκηνή, οικοδόμημα μήκους 26,15 μ. και πλάτους 6 μ. Μπροστά της υπήρχε το προσκήνιο, που σώζεται η βάση του από άσπρο τιτανόλιθο, μήκους 22,60 μ., που κάμπτεται από τις δυο μεριές και σχηματίζει ορθογώνιο κατασκεύασμα 2,55 x 1 μ. σε κάθε μία από τις πλευρές, τα λεγόμενα παρασκήνια, που ήταν διώροφα όπως και η σκηνή. Με την αποκάλυψη του θεάτρου της Επιδαύρου μελετήθηκαν πολλά προβλήματα του ελληνικού θεάτρου. Η ηχητική του θεάτρου αυτού είναι τόσο καλή, ώστε, όταν είναι άδειο, ακούει κανείς από την ορχήστρα την πτώση ενός νομίσματος στην ανώτατη σειρά των εδωλίων.
4. Στάδιο. Κοντά στη θόλο και στο ναό του Ασκληπιού, ανακαλύφθηκε στις ανασκαφές ένα στάδιο, σε σχήμα παραλληλόγραμμου με αρκετό μήκος (181,08 μ.), όπου από τον 5ο αιώνα και εφεξής γίνονταν γυμνικοί αγώνες (δρόμου, άλματος, δίσκου, ακοντίου, πάλης, πυγμής και παγκρατίου) κατά την εορτή των Ασκληπιείων. Στο στάδιο αυτό νίκησαν δύο αθλητές που αναφέρει ο Πίνδαρος –ο Κλέανδρος ο Αιγινήτης στο παγκράτιο, ο Θεμίστιος στην πυγμή και το παγκράτιο– καθώς και όσοι αναφέρονται σε επιγραφές της Επιδαύρου, όπως ο Ταυρίδης ο Σολεύς, σταδιοδρόμος, ο Σίμαιος ο Ηπειρώτης, παγκρατιστής, ο Αργείος Φίλιστος, πένταθλος, που δεν αγωνίστηκαν τίμια, αλλά προσπάθησαν να νικήσουν με δόλο και καταδικάστηκαν σε πρόστιμο χιλίων στατήρων ο κάθενας. Κατά το τέλος του 2ου αιώνα μ.Χ., στο ίδιο στάδιο, νίκησε στο παγκράτιο ο Μάρτιος Αυρήλιος Ασκληπιάδης. Από επιγραφή επίσης ξέρουμε πως στο ιερό της Επιδαύρου υπήρχε και Ιππόδρομος όπου, από τα μέσα πιθανότατα του 5ου αιώνα π.Χ., τελούσαν ιππικούς αγώνες.
5. Τα Προπύλαια. Βρίσκονται στη βόρεια περιφέρεια του Ιερού και αποτελούσαν την πομπική είσοδο στο Ιερό. Είναι κατασκευασμένα από πορώδη λίθο, εκτός από τη σιμή και τα κεραμίδια, καθώς και τις πλάκες του δαπέδου που είναι από μάρμαρο ή άσπρο τιτανόλιθο. Προέρχονται από το τέλος του 4ου αιώνα π.Χ.
6. Η Στοά. Είναι ίσως το άβατον που αναφέρεται στις επιγραφές και όπου κοιμούνταν οι άρρωστοι για να εμφανιστεί στο όνειρό τους ο Ασκληπιός και να τους γιατρέψει. Το οικοδόμημα αυτό, που βρισκόταν κοντά στο ναό, επεκτάθηκε ίσως τον 3ο αιώνα π.Χ. προς τα δυτικά, σε χώρο χαμηλό, και έγινε έτσι διώροφο.
7. Το Γυμνάσιο. Προέρχεται και αυτό από τα τελευταία χρόνια του 4ου αιώνα π.Χ. ή από τις αρχές του 3ου αιώνα. Είχε πολύστυλη είσοδο δωρικού ρυθμού.
7. Το Γυμνάσιο. Προέρχεται και αυτό από τα τελευταία χρόνια του 4ου αιώνα π.Χ. ή από τις αρχές του 3ου αιώνα. Είχε πολύστυλη είσοδο δωρικού ρυθμού.
8. Άλλα κτίσματα είναι ένα οικοδόμημα που βρίσκεται απέναντι στο θέατρο, πλευράς μήκους 76,30 μ. και χρησίμευε ως ξένων. Ένα άλλο επίσης οικοδόμημα από πορώδη λίθο, διαστάσεων 24,30 x 20,70μ., που θα ήταν ίσως βωμός αρχαιότερος από το ναό του Ασκληπιού. Σώζεται επίσης το κρηπίδωμα του ναού της Αρτέμιδος, διαστάσεων 13,30 x 9,40 μ., δωρικού ρυθμού, ΝΑ του ναού του Ασκληπιού, καθώς και το κρηπίδωμα ενός μικρότερου ναού της Αφροδίτης, διαστάσεων 13,65 x 7,50 μ., στα βόρεια του ναού του Ασκληπιού, και τα υπολείμματα ενός ναού της Θέμιδος, που αναφέρεται από τον Παυσανία. Στο ιερό της Επιδαύρου φαίνεται πως υπήρχαν και άλλα οικοδομήματα, όπως το Επιδότειον, το Ανάκειον, και ένας ναός της Υγείας, καθώς και Ωδείον, που χτίστηκε μεταγενέστερα στην αυλή του Γυμνασίου. Μερικά επίσης κτίσματα των ρωμαϊκών χρόνων (ρωμαϊκόν βαλανείον, ναός Απόλλωνος και Ασκληπιού, υδραγωγεία, κρήναι κ.λπ.) ήρθαν στο φως στη διάρκεια των ανασκαφών. Από τα κινητά ευρήματα, και ιδίως τα αρχιτεκτονικά, συγκροτήθηκε αξιόλογο Μουσείο στην Επίδαυρο, αν και μερικά από τα έργα τέχνης του Ιερού μεταφέρθηκαν στην Αθήνα και βρίσκονται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Έξω από τον ιερό περίβολο του Ασκληπιού, στο Κυνόρτιο όρος, υπήρχε ένα παλαιό ιερό του Απόλλωνος Μαλεάτου, που προσπάθησαν να βρουν ερείπιά του οι Π. Καββαδίας (1896) και Ι. Παπαδημητρίου (1948-1949). Ανακαλύφτηκαν αρκετά αγγεία, ιδίως πήλινα και χάλκινα, που ανάγονται στον 7ο αιώνα π.Χ., και μερικά μάλιστα στη μυκηναϊκή εποχή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου