Κνωσσός

Τοποθεσία στην Κρήτη, 5 χιλιόμετρα ΝΑ της πόλης του Ηρακλείου. Ιδρύθηκε τη νεολιθική εποχή, αυξήθηκε και άκμασε στους μινωικούς χρόνους, οπότε έγινε έδρα της δυναστείας του Μίνωας, και καταστράφηκε στα τέλη του 15ου αιώνα π.Χ. από Αχαιούς επιδρομείς, αλλά αναγεννήθηκε σιγά σιγά και επέζησε έως τη ρωμαϊκή και βυζαντινή εποχή. Τα ερείπια της μεγάλης αυτής πόλης ήρθαν στο φως από τις ανασκαφές του Άγγλου αρχαιολόγου σερ Άρθουρ Ήβανς, που έγιναν στις αρχές του αιώνα. Τα ερείπια αυτά είναι κυρίως Μινωικών χρόνων:
Α. Το ανάκτορο του Μίνωα. Το δυτικό του συγκρότημα, το πολιτικοθρησκευτικό, περιλαμβάνει: στο υπόγειο, στις αποθήκες, δηλαδή συστάδα από 18 στενόμακρα διαμερίσματα, με είσοδο από έναν πολύ σκοτεινό και μακρύ διάδρομο. (Σώζονται ακόμη οι πίθοι όπου εναποθήκευαν τα τρόφιμα και τα υγρά του κρατικού εφοδιασμού και εμπορίου καθώς και οι θησαυροί, δηλαδή λαξευμένα μέσα στο δάπεδο των αποθηκών και του διαδρόμου κιβώτια, καλυμμένα από λίθινες πλάκες με μολύβι, όπου έβαζαν χρυσά και άλλα πολύτιμα αντικείμενα του δημοσίου θησαυρού. Εκεί βρέθηκαν εκατοντάδες πήλινες ενεπίγραφες πινακίδες, γραπτές καταστάσεις των αποθηκευμένων αγαθών). Το ιερό της θεάς και το ιερό σκευοφυλάκιο, όπου σώζονται δύο υπόγειες κρύπτες, στις οποίες ανακαλύφθηκαν ιερά σκεύη (η θεά των όφεων, ο σταυρός ή ιερός κόμβος κλπ.). Το ιερό του διπλού πελέκεως ή ιερών κιόνων. Την αίθουσα του θρόνου, με έναν πρόδομο, όπου όσοι περίμεναν κάθονταν σε χτιστά θρανία, κοντά στους τοίχους. Στο βόρειο τοίχο βρισκόταν ο περίφημος θρόνος του Μίνωα. Στον τοίχο, επάνω και από τις δύο μεριές του θρόνου, υπήρχε μια τοιχογραφία που παρίστανε γρύπες. Πλάι στην αίθουσα του θρόνου υπήρχε κλίμακα που οδηγούσε στο επάνω πάτωμα του συγκροτήματος. Ο χώρος αυτός έχει αναστυλωθεί και έχει την ίδια διάταξη όπως το ισόγειο. Βορειότερα, υπάρχουν οι φυλακές του Μίνωα, χτιστά ορύγματα, σαν πηγάδια, βάθους 7-8 μέτρων, όπου ίσως να έκλειναν όσους φυλακίζονταν. Ακόμη πιο βόρεια, βρισκόταν μια ιερή δεξαμενή, που αναστηλώθηκε εντελώς, με γυψολίθινη επένδυση και βαθμιδωτή κάθοδο. Εκεί κατέβαιναν για εναγισμούς οι λάτρεις της Μητέρας Γης. Το ανατολικό συγκρότημα, η κατοικημένη συνοικία, ήταν μια πολυόροφος (ίσως από 5 ορόφους) συστάδα από οικοδομήματα, χτισμένα σε σειρά επίπεδων, στην κατωφέρεια του λόφου. Μια μεγαλοπρεπής σκάλα κατέβαινε σε δύο πατώματα από την κεντρική αυλή και ανέβαινε σε ένα τουλάχιστον επάνω από αυτήν, με θωράκια και κίονες που υποβάσταζαν τα ανώτερα πατώματα. Τα δύο υπόγεια πατώματα είναι όμοια και συνδέονται ανάμεσά τους με μικρότερες σκάλες. Για τον φωτισμό των εσωτερικών δωματίων υπάρχουν φωταγωγοί. Κάθε ομάδα δωματίων έχει μια μικρή κιονοστοιχία, και οι εσωτερικοί τοίχοι τους έχουν επένδυση από γυψολίθινες πλάκες και διακόσμηση από τοιχογραφίες. Το συγκρότημα διαιρείται σε δύο συνοικίες -την κατοικημένη προς νότο και τη βιομηχανική προς βορρά. Η κατοικημένη αποτελείται από πολλά υπόστοα διαμερίσματα. Τα κυριότερα είναι: 1) η αίθουσα των κιονοστοιχιών, 2) η αίθουσα των διπλών πελέκεων, όπου υπάρχουν ακόμη τα υπολείμματα αλαβάστρινου θρόνου, ομοίου προς τον θρόνο του Μίνωα, και που φωτίζεται άπλετα από φωταγωγούς και από την αυλή, 3) το μέγαρο της βασίλισσας, πλούσια στολισμένο με τοιχογραφίες, 4) ο λουτρών και το σκευοφυλάκιο, πλάι στο μέγαρο, 5) τα αποχωρητήρια, με όλες τις ανέσεις, 6) η αυλή των ηλακατών, όπου έπλεκαν ή έγνεθαν οι γυναίκες της βασιλικής αυλής, 7) το Ιερόν της Μεγάλης Θεάς, με βαθμιδωτό βωμό και ειδώλια, ιερά κέρατα και τον διπλό σταυρό, καθώς και τράπεζες προσφορών, 8) η νότια οικία, ίσως κατοικία των ευγενών της βασιλικής αυλής. Την ίδια διάταξη είχε και το επάνω πάτωμα. Η βιομηχανική συνοικία αποτελείται από πολλά εργαστήρια, ανάμεσα στα οποία συγκαταλέγονται: 1) τα διαμερίσματα των λιθοξόων, όπου κατασκευάζονταν τα ωραιότατα λίθινα πολύχρωμα αγγεία και οι λυχνίες και οι τράπεζες προσφορών από στεατίτη, 2) τα διαμερίσματα των αγγειοπλαστών, και ανάμεσά τους το σχολείο της αγγειοπλαστικής, με τη σειρά εδωλίων των μαθητών και τους κοίλους κιονίσκους μέσα στους οποίους φύλαγαν τον πηλό, και απέναντί τους το κάθισμα του αρχιτεχνίτου που δίδασκε, 3) πολλές αποθήκες, όπου βρίσκονται ακόμα πελώριοι λίθοι, με τις πλαστικές και σχοινοειδείς διακοσμήσεις τους. Το ανάκτορο έχει τέσσερις εισόδους, στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Η δυτική είσοδος, από το εσωτερικό της πόλης, βρίσκεται στο νοτιοδυτικό άκρο της μεγάλης δυτικής αυλής και αποτελείται από στοά με έναν κίονα, φυλάκιο, δωμάτιο αναμονής ή υπασπιστήριο, στολισμένο με τοιχογραφίες και με έναν μεγάλο διάδρομο, με τοιχογραφίες που παριστάνουν πομπή από νέες και νέους που προσφέρουν ή φέρνουν στη θεά δώρα και αναθήματα. Υπάρχει και διάδρομος απ’ όπου έμπαιναν στο νότιο πρόπυλο, που αποτελείται από δύο δωμάτια με δύο κίονες το καθένα και τοιχογραφίες ρυτοφόρων, απ’ όπου, χάρη σε μια μεγαλόπρεπη σκάλα, ανέβαιναν στο δυτικό συγκρότημα. Η νότια είσοδος είναι βαθμιδωτή δίοδος, που καταλήγει σε μακρύ διάδρομο, απ’ όπου, με σκάλα, ανέβαινε κανείς στην κεντρική αυλή. Στην άκρη του ανατολικού τμήματος του διαδρόμου βρίσκεται μικρή στοά, κάτω από την οποία υπάρχει υπόγειος θόλος, λαξευμένος στον βράχο, ίσως μυστική είσοδος στο ανάκτορο. Η βόρεια είσοδος, που οδηγεί στο ανάκτορο από τη θάλασσα, έχει μπροστά της μεγάλη στοά με χονδρούς τετράγωνους κίονες (το τελωνείο) και μια στενή ανηφορική δίοδο με σκαλοπάτια, που οδηγεί στην κεντρική αυλή. Η δίοδος αυτή πλαισιώνεται από τις δύο πλευρές με ψηλούς τοίχους, που στις πλευρές τους υπάρχουν χαραγμένες παραστάσεις τριαινών. Στο μέρος αυτό υπήρχε σκοπιά, στην ίδια επιφάνεια με την κεντρική αυλή. Η σκοπιά αυτή αναστηλώθηκε, έχει κίονες και είναι στολισμένη με έγχρωμο ανάγλυφο που παριστάνει μαινόμενο ταύρο. Η ανατολική είσοδος έχει φυλάκιο που προστατεύεται ισχυρά με πύλη και σκάλα, με αγωγό από πελεκητές πέτρες για τα νερά της βροχής. Β. Κοντά στο ανάκτορο του Μίνωα, αποκαλύφθηκαν και άλλα μνημεία. Δυτικά του ανακτόρου, η δυτική αυλή του ανακτόρου, μεγάλη πλακόστρωτη πλατεία, όπου συγκεντρώνονταν οι κάτοικοι της Κνωσού στις επίσημες τελετές, με παχύ τείχος γύρω και με ανωφερικούς δρομίσκους καθώς και λείψανα διώροφων σπιτιών, με την εστία στη μέση του δαπέδου. Το Θέατρο, αμφιθεατρικός χώρος ΒΔ του ανακτόρου, στρωμένος με πλάκες. Ανατολικά και δυτικά, έχει δυο πτέρυγες από πολλές βαθμίδες, αμφιθεατρικά διευθετημένες. Στο ανατολικό άκρο της νοτιάς πτέρυγος βρίσκεται η βασιλική εξέδρα ή το βασιλικό θεωρείο, απ’ όπου ο Μίνως με την ακολουθία του παρακολουθούσε τους χορούς και αγώνες που τελούσαν εκεί. Ο Οίκος των Τοιχογραφιών, λίγο πιο πέρα από το θέατρο. Είναι σπίτι από πολλά δωμάτια, με πάμπολλες τοιχογραφίες, με παραστάσεις από το φυτικό και το ζωικό βασίλειο. Κοντά του αρχίζει ένας ωραίος πλακόστρωτος δρόμος, που καταλήγει στο Μικρό Ανάκτορο. Το Μικρό Ανάκτορο, διαστάσεων 80x30 μ., επάνω από τον σημερινό αμαξιτό δρόμο, κάπου 250 μέτρα βορείως του δρόμου του σημερινού χωρίου Κνωσός. Άλλα οικοδομήματα του συγκροτήματος είναι η Στοά του περιστύλου, το Μέγα Μέγαρο και η Ιερά Δεξαμενή. Ανατολικά του ανακτόρου, η βασιλική έπαυλη, στην ανατολική πλαγιά του λόφου Κεφάλα, ανάμεσα στο ανατολικό συγκρότημα του ανακτόρου, από το οποίο απέχει κάπου 120 μέτρα, και τη χαράδρα του ποταμίσκου Καιράτου. Αυτό το χτίσμα αποτελείται από ένα διώροφο μέγαρο, που σε μία από τις ισόγειες αίθουσές του υπάρχει θρόνος και μπροστά του μεγάλος λύχνος από πορφυρίτη λίθο, και πιο στα βόρεια ιερή κρύπτη με έναν τετράγωνο κίονα, γύρω από τον οποίο είναι λαξευμένα στο δάπεδο αυλάκια και κοιλώματα για τη συλλογή του αίματος των θυσιών ή άλλων υγρών για σπονδές. Ο ανώτερος όροφος έχει σχεδόν την ίδια διάταξη και έναν εξώστη, όπου ο Μίνωας καθόταν παρακολουθώντας τους ταυροκοθαψίους αγώνες που τελούσαν στο από κάτω γήπεδο. Γήπεδο ή στάδιο. Λίγα μετρά κάτω από τη βασιλική έπαυλη υπήρχε ένας μεγάλος επίπεδος χώρος, που εκτεινόταν από το άντρο της πλαγιάς έως τις όχθες του Καιράτου. Πρέπει να ήταν το γήπεδο ή η παλαίστρα των ταυρομαχιών, όπου γίνονταν οι επικίνδυνοι αγώνες των ταυροκαθαψίων, στους οποίους μετείχαν οι επτά νέοι και οι επτά νέες που έστελναν από την υποτελή πόλη των Αθηνών του Αιγέα και του Θησέα, ως προσφορά και βορά στον κρητικό Μινώταυρο. Νότια του ανακτόρου, το υδραγωγείο, στη νότια πλαγιά της χαράδρας του παραποτάμου Βλυθιά ή Βλυχειά. Είναι ογκώδες έργο, με αναθηματικούς λίθινους στύλους που διατηρούνται ακόμη και βαθμιδωτούς κλειστούς αγωγούς, από τους οποίους έτρεχε το νερό από τον επάνω λόφο. Ο Ξενών, μετά το υδραγωγείο, στην πλαγιά της ανηφόρας, αμέσως κάτω από τον σημερινό αμαξιτό δρόμο. Αποτελείται από υπόστεγο περίπτερο, που οι τοίχοι του είναι στολισμένοι με έγχρωμες παραστάσεις από πέρδικες και τσαλαπετεινούς, από λουτρώνες με ψυχρά και θερμά λουτρά, από πολλά άλλα δωμάτια για καταυλισμό, και από τον θάλαμο της πηγής, όπου εξακολουθεί και σήμερα να ρέει το νερό και όπου στο βάθος μέσα σε κόγχη, υπάρχει λυχνία και από τις δύο μεριές της προεξοχή για την απόθεση αναθημάτων και προσφορών. Έξω, υπάρχει λίθινη λεκάνη για το πλύσιμο των ποδιών και άλλη, πιο μακριά, για το πότισμα των ζώων. Ο Οίκος του Μεγάλου Ιερέως. Είναι κιγκλιδωτό ιερό, που στην είσοδό του υπάρχει ένα κιβώτιο για προσφορές και στο βάθος λίθινος βωμός ανάμεσα σε δύο κίονες και βάσεις διπλών πελέκεων. Ο βασιλικός ιερός τάφος. Βρίσκεται κοντά στον οίκο του Μεγάλου Ιερέως, αλλά επάνω από τον σημερινό δρόμο, δεξιά, στην πλαγιά. Αποτελείται από δύο ορόφους. Ο κάτω, ο υπόγειος, έχει πλακόστρωτη αυλή, στοά με δύο κίονες, ογκώδεις πυλώνες με χαραγμένα σημεία τριαίνης, διάδρομο από μεγάλες γύψινες πλάκες, κρύπτη με δύο κίονες και στο βάθος μικρό δωμάτιο με έναν κίονα στη μέση και οροφή χρωματισμένη με μπλε χρώμα. Στη βορειοανατολική γωνία αυτού του διαμερίσματος, υπάρχει ένας μικρός λάκκος όπου βρέθηκαν κτερίσματα και, σκορπισμένα, το κρανίο και τα οστά ενός ανδρός, ίσως του τελευταίου Μίνωα της Κνωσσού. Ο επάνω όροφος χρησίμευε ίσως ως ιερό επάνω από τον τάφο. Έχει δύο κίονες, που ανάμεσά τους βρίσκονται λίθινα ιερά κέρατα. Τα νεκροταφεία μινωικών χρόνων και συγκεκριμένα ένα νεκροταφείο μεσομινωικής εποχής, απέναντι από το ανάκτορο του Μίνωα, στον λόφο του Προφήτη Ηλία, προς ανατολικά, με λαξευτούς τάφους μέσα στον μαλακό βράχο, και το προς βορρά του ανακτόρου, στον λόφο Τζαφφέρ Παπούρα, ένα χιλιόμετρο βορεινά του ανακτόρου, της τρίτης υστερομινωικής περιόδου. Από την έκταση αυτών των νεκροταφείων, και γενικά των μινωικών χτισμάτων, υπολογίζεται ότι ο πληθυσμός της μινωικής Κνωσού ανερχόταν σε 100.000 κατοίκους. Στην Κνωσό υπάρχουν και ερείπια ρωμαϊκών χρόνων, όπως η Έπαυλις του Διονύσου, βόρεια της έπαυλης Αριάδνη του Ήβανς, και όχι μακριά από αυτή. Έχει δάπεδο στολισμένο με λαμπρή ψηφιδωτή παράσταση του Διονύσου με τον θίασό του. Επίσης η Βασιλική, κοντά στην έπαυλη, πελώριο οικοδόμημα, και κοντά της η θέση της Αγοράς ή του Φόρουμ, όπου διακρίνονται ίχνη χτισμάτων. Τέλος, το Μακρότοιχο, λείψανα του αρχαίου τείχους της Κνωσού, στους ρωμαϊκούς χρόνους, κοντά στον ομώνυμο σημερινό συνοικισμό, προς τα ΒΑ του ανακτόρου .

Δεν υπάρχουν σχόλια: